Παρασκευή 4 Απριλίου 2014

Ακάθιστος Ύμνος



«Ο Ακάθιστος Ύμνος», ρωσική εικόνα του 14ου αιώνα. Στο κέντρο εικονίζεται η Παναγία, ενώ καθεμιά από τις μικρές περιφερειακές εικόνες αφορά στην διήγηση ενός από τους 24 «οίκους» του Ακάθιστου Ύμνου.





Οι Χαιρετισμοί στην Παναγία είναι ο Ακάθιστος Ύμνος. Ένα από τα πιο σπουδαία και σημαντικά κείμενα, το οποίο χαρακτηρίζεται ως αριστούργημα της Βυζαντινής υμνογραφίας. Και είναι πράγματι! Ο Ακάθιστος Ύμνος διακρίνεται από πλούτο λόγου, μεγάλη ποικιλία κοσμητικών επιθέτων, ποιητικότητα και κυρίως, από περιεχόμενο το οποίο εξυμνεί με μοναδικό τρόπο την Παναγία.
Από τεχνικής πλευράς ο Ακάθιστος Ύμνος είναι ένα Κοντάκιο ομότονο και ισοσύλλαβο και αποτελείται από δύο μέρη: Τον Ακάθιστο Ύμνο και τον Κανόνα του Ακάθιστου Ύμνου. Και τα δύο συνοδεύονται από ψαλμούς, ευχές και απολυτίκια.

Ο Ακάθιστος Ύμνος ψάλλεται σε ήχο πλάγιο δεύτερο, τμηματικά κάθε Παρασκευή στις τέσσερις πρώτες εβδομάδες της Μ. Σαρακοστής (6 οίκοι με απόδειπνο - Χαιρετισμοί), ενώ την Παρασκευή της πέμπτης εβδομάδας ψάλλεται ολόκληρος ο Ύμνος (και οι 24 οίκοι). Ως «οίκοι» χαρακτηρίζονται όλα τα τροπάρια ενός ύμνου, που ακολουθούν το πρώτο τροπάριο το οποίο λέγεται «προοίμιο». Σε έναν ύμνο, λοιπόν έχουμε το πρώτο τροπάριο δηλαδή το «προοίμιο» και όλα τα άλλα που ακολουθούν είναι οι «οίκοι».
Το προοίμιο του Ακάθιστου Ύμνου είναι το γνωστό τροπάριο «Τη υπερμάχω στρατηγώ», ο εθνικός ύμνος του Βυζαντίου κατά τον Στρατή Μυριβήλη. Άλλες πηγές αναφέρουν ως προοίμιο το απολυτίκιο «Το προσταχθέν μυστικώς λαβών εν γνώσει» το οποίο φαίνεται να έχει αμεσότερη σχέση με το γεγονός του Ευαγγελισμού.

Ο Ακάθιστος Ύμνος έχει αλφαβητική ακροστιχίδα, δηλαδή κάθε οίκος από τους 24, αρχίζει με ένα γράμμα της αλφαβήτου και μάλιστα κατα αλφαβητική σειρά. Ο πρώτος οίκος αρχίζει με Α, ο δεύτερος με Β, ο τρίτος με Γ και ούτω καθεξής. Επίσης ο κάθε οίκος φέρνει ένα εφύμνιο, δηλαδή μία τελευταία φράση που επαναλαμβάνουν οι πιστοί. Έτσι οι οι οίκοι που έχουν περιττό αριθμό, δηλαδή ο πρώτος, τρίτος, πέμπτος κλπ, αναφέρονται στη Θεοτόκο και έχουν εφύμνιο το "Χαίρε νύμφη ανύμφευτε" ενώ οι οίκοι που έχουν άρτιο αριθμό, δηλαδή ο δεύτερος, τέταρτος, έκτος κλπ. αναφέρονται στο Θεό και ως εφύμνιο έχουν το "Αλληλούια" που σημαίνει "Αινείται το Θεό".

Στους 72 συνολικά στίχους του ύμνου συναντάμε 144 φορές το χαιρετισμό «χαίρε» στην Παναγία όπως "χαίρε του πεσόντος Αδάμ η ανάκλησις, χαίρε των δακρύων της Εύας η λύτρωσις". Από τη λέξη «χαίρε» ονομάστηκαν και Χαιρετισμοί.



Ως προς το περιεχόμενο ο Ακάθιστος Ύμνος διακρίνεται σε δύο ενότητες:

Η πρώτη ενότητα περιλαμβάνει τους «οίκους» από Α έως και Μ, και αποτελούν το ιστορικό τμήμα δηλαδή τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, την σύλληψη του Χριστού από την Παναγία, την επίσκεψη της Θεοτόκου στην Ελισάβετ, την ανησυχία Ιωσήφ, την επίσκεψη των ποιμένων και των μάγων στο νεογέννητο Χριστό, την επιστροφή Μάγων, την φυγή στην Αίγυπτο, την Υπαπαντή).

Η δεύτερη ενότητα περιλαμβάνει τους «οίκους» από Ν έως Ω, οι οποίοι αποτελούν το δογματικό-θεολογικό τμήμα (άσπορος σύλληψη, θεότης και ανθρωπότης του Χριστού, σωτηρία του ανθρώπινου γένους με τη θυσία του Ιησού, θέωση των ανθρώπων, θεομητορικής αξίας της Θεοτόκου κά) χωρίς όμως να λείπουν από κάθε ενότητα και στοιχεία της άλλης.

Πηγές του ύμνου είναι η Αγία Γραφή και τα γραπτά των Πατέρων της Εκκλησίας.

Γιατί ονομάζεται Ακάθιστος Ύμνος.

Για να βρούμε την απάντηση στην ερώτηση αυτή θα πρέπει να ανατρέξουμε στην ιστορία και να δούμε τα ιστορικά στοιχεία του Ακάθιστου Ύμνου.

Τον Απρίλιο του 626 ο Ηράκλειος με όλο τον στρατό βρισκόταν στη Σεβάστεια. Τότε, ξαφνικά, πραγματοποιήθηκε ο χειρότερος εφιάλτης της βυζαντινής εξωτερικής πολιτικής, αυτό που πάντα προσπαθούσε να αποφύγει με απειλές, με συμμαχίες, με κατευνασμoύς, με δωροδοκίες. Για πρώτη και τελευταία, φορά της επιτέθηκαν συγχρόνως ο εχθρός από το Βορρά και ο εχθρός από την Ανατολή. Στις 29 Ιουλίου, και ενώ ο ρωμαϊκός στρατός βρισκόταν περίπου 800 χιλιόμετρα μακριά από την πρωτεύουσα, εμφανίστηκε μπροστά στα τείχη της Κωνσταντινούπολης ένα τεράστιο πλήθος Αβάρων (100.000 με 150.000). Τα μονόξυλα πλοία τους, «πλήθος άπειρον» κατά τον Θεοφάνη, κάλυψαν όλο τον Κεράτιο Κόλπο, «τον κόλπον του Κέρατος επλήρωσαν». Ταυτόχρονα, στην απέναντι ακτή του Βοσπόρου, στη Χαλκηδόνα, έφτασε ο περσικός στρατός, έτοιμος να επιτεθεί από τη θάλασσα.

Η κατάσταση ήταν απελπιστική για τους πολιορκούμενους και αυτό το γνώριζε και ο χαγάνος, βασιλέας των Αβάρων. Απέρριψε όλες τις προτάσεις εκεχειρίας, που περιλάμβαναν την πληρωμή τεράστιων ετήσιων ποσών σε χρυσό καθώς και μεγάλη εφάπαξ πληρωμή, λέγοντας χαρακτηριστικά πως δεν είχαν ελπίδα σωτηρίας εκτός κι αν γίνονταν ψάρια για να διαφύγουν κολυμπώντας η πουλιά για να πετάξουν στον ουρανό («άλλως γαρ υμάς ουκ ένι σωθήναι, μη ιχθύες έχετε γενέσθαι και δια θαλάσσης απελθείν η πτερωτοί και εις τον ουρανόν ανελθείν» σημειώνει το «Πασχάλιο Χρονικό», πηγή σύγχρονη με τα γεγονότα).

Στις 6 Αυγούστου οι Άβαροι κατέλαβαν με έφοδο την εκκλησία των Βλαχερνών στο ευάλωτο βορειοανατολικό άκρο της πόλης και ετοιμάστηκαν για την τελική επίθεση σε συνεννόηση με τους Πέρσες. Έδωσαν εντολή στα μονόξυλα να επιτεθούν όταν δουν φωτιές στο ακραίο σημείο των θαλάσσιων τειχών, ώστε να δημιουργήσουν αντιπερισπασμό στον ρωμαϊκό στόλο και να μεταφερθούν με ασφάλεια οι Πέρσες με τα υπόλοιπα πλοία.

Εκείνη την δραματική νύχτα, καθώς ο πατριάρχης Σέργιος περιέτρεχε τα τείχη με την εικόνα της Παναγίας για να ενθαρρύνει τους υπερασπιστές και οι κάτοικοι της Βασιλεύουσας ανέπεμπαν δεήσεις στην Υπεραγία Θεοτόκο, η ρωμαϊκή κατασκοπεία κατάφερε να υποκλέψει το σύνθημα των εχθρών. Νωρίς τα ξημερώματα οι αμυνόμενοι άναψαν φωτιές στην άκρη των θαλάσσιων τειχών, προκαλώντας την άκαιρη επίθεση των μονόξυλων. Ο ρωμαϊκός στόλος περίμενε και τα εξολόθρευσε. Στην συνέχεια οι Ρωμαίοι επιτέθηκαν στα υπόλοιπα πλοία που είχαν αρχίσει να μεταφέρουν Πέρσες από την Χαλκηδόνα και τα βύθισαν όλα. Μέσα στον πανικό που ακολούθησε, απέτυχε και η χερσαία επίθεση των Αβάρων εκείνη την ημέρα, αφήνοντας χιλιάδες νεκρούς. Ο εμβρόντητος χαγάνος διέταξε τα υπολείμματα του στρατού του να αποχωρήσουν. Την επόμενη μέρα, 8 Αυγούστου, έφτασε στον Βόσπορο, μετά από πορεία 800 χιλιομέτρων, ο αδερφός του αυτοκράτορα, Θεόδωρος, επικεφαλής μεγάλης ρωμαϊκής στρατιάς. Η Βασιλεύουσα είχε σωθεί οριστικά από την χειρότερη δοκιμασία της μέχρι τότε ιστορίας της.

Οι κάτοικοι της Πόλης δεν είχαν καμιά αμφιβολία για το ποιός τους είχε σώσει: «μόνην γαρ οίμαι την Τεκούσαν ασπόρως τα τόξα τείναι και βαλείν την ασπίδα, και ταις αδήλοις συμπλοκαίς μεμιγμένην βάλλειν, τιτρώσκειν, αντιπέμπειν το ξίφος, ανατρέπειν τε και καλύπτειν τα σκάφη δούναί τε πάσι τον βυθόν κατοικίαν», έγραφε ο Γεώργιος Πισίδης που παραβρέθηκε στα γεγονότα («Εις την γενομένην έφοδον των βαρβάρων και εις την αυτών αστοχίαν», στ. 451-456). «Τη του θεού δυνάμει και συνεργία και ταις πρεσβείαις της αχράντου και θεομήτορος παρθένου ηττήθησαν» σημείωνε ο Θεοφάνης. Άλλωστε ο ίδιος ο χαγάνος ομολογούσε κατάπληκτος στη διάρκεια της μάχης ότι «εγώ θεωρώ γυναίκα σεμνοφορούσαν περιτρέχουσαν εις το τείχος μόνην ούσαν» (Πασχάλιο Χρονικό, 725). Όλος ο λαός, με επικεφαλής τον πατριάρχη Σέργιο, έτρεξε στην εκκλησία της Παναγίας των Βλαχερνών για να ευχαριστήσει την Παναγία. Εκείνο το βράδυ της 8ης Αυγούστου 626, όρθιοι έψαλαν τον ύμνο που από τότε ονομάστηκε «Ακάθιστος», δοξολογώντας και αποδίδοντας την σωτηρία «τη υπερμάχω στρατηγώ», γνωρίζοντας ότι αυτή αποδείχθηκε «της βασιλείας το απόρθητον τείχος».



Η σύνταξη του ύμνου

Ακόμα δεν είναι γνωστό ούτε το πότε συντάχθηκε ο ύμνος ούτε και ποιος είναι ο εμπνευστής του.
Πολλοί φέρονται ως εμπνευστές του όπως ο Ρωμανός ο Μελωδός, ο Γεώργιος Πισίδης, οι πατριάρχες της Κωνσταντινουπόλεως Σέργιος, Γερμανός ο Α΄, ο Ιερός Φώτιος, ο Γεώργιος Νικομήδειας (Σικελιώτης), ποιητές που έζησαν από τον Ζ΄ μέχρι τον Θ΄ αιώνα, αλλά και ο Άγιος Κοσμάς ο μελωδός (πηγή: εικόνα του Ευαγγελισμού στο παρεκκλήσιο του Αγίου Νικολάου της μονής του Αγίου Σάββα στα Ιεροσόλυμα).
Το γεγονός ότι ο Ακάθιστος Ύμνος ψάλλει την ίδια ημέρα που σώθηκε η Πόλη οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο Ύμνος θα πρέπει να είχε συνταχθεί νωρίτερα. Επίσης, σύμφωνα με ιστορικές πηγές, ο Ακάθιστος Ύμνος συνδέεται και με άλλα παρόμοια γεγονότα όπως τις πολιορκίες και την σωτηρία της Κωνσταντινουπόλεως επί Κωνσταντίνου του Πωγωνάτου (673), επί Λέοντος του Ισαύρου (717-718) αλλά και επί Μιχαήλ Γ΄ (860).
Όποιος και να είναι πάντως ο εμπνευστής του Ακάθιστου Ύμνου, όποτε και αν γράφτηκε, το σίγουρο είναι πως ο Ακάθιστος Ύμνος θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα της βυζαντινής υμνογραφίας.

Σε ποια περίοδο ψάλλεται

Ο Ακάθιστος Ύμνος, όπως προαναφέρθηκε, ψάλει το καλοκαίρι του 626 μετά από την σωτηρία της Πόλης (8 Αυγούστου).
Σύμφωνα με θεολόγους ο Ακάθιστος Ύμνος ψάλλεται παρ΄όλα αυτά την Μεγάλη Τεσσαρακοστή (και όχι τον 15Άυγουστο) για να συνοδεύσει την γιορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Η μεγάλη γιορτή του Ευαγγελισμού, επειδή βρίσκεται ημερολογιακά μέσα σε περίοδο Νηστείας, στερείται προεόρτιων και μεθεόρτιων. Ο Ακάθιστος Ύμνος, λοιπόν, έρχεται να συνοδέψει την γιορτή του Ευαγγελισμού και να καλύψει το κενό που δημιουργείται λόγω της περιόδου της Νηστείας, όσον αφορά τα προεόρτια και μεθεόρτια.
Και επειδή ο εορτασμός χαρμόσυνων γεγονότων, κατά την περίοδο Νηστείας, επιτρέπεται μόνο το Σάββατο και την Κυριακή, η ψαλμωδία του Ακάθιστου ψάλλεται κατά τα απόδειπνα των Παρασκευών τα οποία λειτουργικά ανήκουν στην ημέρα του Σαββάτου.

Από το  http://www.provoles.de/themata/63-2010-03-15-16-42-33/2010-03-15-16-53-54/1668-2010-03-16-00-39-46.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου