Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2018

Η Προβολή Των Ρωμιών Αρχιτεκτόνων στα Ελληνόφωνα έντυπα της Κωνσταντινούπολης (Τέλος 19ου - Αρχές 20ου Αιώνα) ΙV




του Σάββα Ε. Τσιλένη,
Δρ. αρχιτέκτονα-πολεοδόμου ΕΙΕ



(1) Κωνσταντήν κάλφα, από τους Επιβάτες της Θράκης (έζησε στα μέσα του 18ου αιώνα),  χέρσωσε το «προς τη Βλάγκα νεώριον», δηλ. το βυζαντινό λιμένα Ελευθερίου ή Ελευθερών, και έκτισε το τζαμί του Λάλελι,  έργο του Μουσταφά Γ΄. Ο Μιλτιάδης Πολυβίου, τεκμηριώνει με επιπρόσθετα στοιχεία από τα αυτόγραφα επιγράμματα  και τα εξοδολόγια (κατάστιχα) του Καισάριου Δαπόντε, την κατασκευή προπλάσματος του καθολικού της Μονής Ξηροποτάμου δηλώνοντας ότι ήταν τουλάχιστον συνδημιουργός του εν λόγω τεμένους (Πολυβίου, 1999, 57-62). [ο 5ος  του ΣΑ]
(2) Χατζή Ανδρέα, από τη Μάδυτο, έζησε στο τέλος του 18ου αιώνα. Συνέστησε, πριν το 1790, σχολείο στην πατρίδα του  και επισκεύασε τον Πανάγιο Τάφο (1788).
(3) Χατζή Φώτη κάλφα, ο οποίος μετά από παράκληση κατοίκων της Ανατολικής Θράκης και του επισκόπου Μυριοφύτου Μελετίου συνετέλεσε στην «βαθμηδόν εξόντωσιν των λεηλατούντων τους έλληνας της Θράκης τούρκων τυραννίσκων».
(4) Συμεών [ο 4ος του ΣΑ],
τους: (5) Αβραάμ κάλφα, (6) Αντώνη κάλφα, (7) Γεώργιο, (8) Ζήση κάλφα («επιμεληθέντος, τω 1730, της οικοδομής του ναού του αγίου Δημητρίου της Ξυλοπόρτης») και (8) Νίκο κάλφα, δίχως άλλα στοιχεία, που έζησαν το 18ο αιώνα, διότι οι πρώτοι τρεις αγοράζουν στασίδια στους γυναικωνίτες: οι Αβραάμ και Αντώνης στη Θεοτόκο του Μουχλίου, ο Γεώργιος στους Ταξιάρχες του Μεγάλου Ρεύματος.
(9)  Χατζή Κομνηνό κάλφα, από τη Μυτιλήνη, που ανοικοδόμησε το ναό της Αναστάσεως Ιεροσολύμων (1809-1811).  Κατοικούσε εκτός από το Μεγάλο Ρεύμα, στο Φανάρι και στο Κεφελίκιοϊ, σύμφωνα με τα οθωμανικά αρχεία[1] και ήταν αρχιτέκτονας του Ναύσταθμου, τον κρέμασαν στις 24 Απριλίου1821.[2] [ο 8ος του ΣΑ]
(10) Μαρκή κάλφα (1759-1858), που, το 1802, έκτισε το σχετικά μικρό τότε κτήριο της Υψηλής Πύλης, το βασιλικό περίπτερο του Αϊναλί-καβάκ / Aynalıkavak. Επέβλεψε την ανοικοδόμηση του (παλαιού) ελληνορθόδοξου νοσοκομείου  του Γαλατά (1818) και ο τάφος του βρίσκεται στον περίβολο του Αγίου Δημητρίου του Κουρτουλούς μαζί με του Βασιλείου Ιωαννίδη (κάλφα) (1821-1903) εγγονού του.[3] [ο 6ος του ΣΑ]


[1] Στα κατάστοιχα του Μποσταντζίμπαση αναφέρεται ως Καμιανός κάλφα ζιμί (χριστιανός)/ Kamyanos kalfa zimmiKominor ή Cominor ή Comino ή Caminar), που σχεδίασε και χάρτη της Κωνσταντινούπολης τον 18ο αιώνα (Kayra-Üyepazarcı, 1992). Σύμφωνα και με την εικασία του αρχιτέκτονα Θ. Μητρόπουλου, ο Κομνηνός πρέπει να κατασκεύασε την πρώτη γέφυρα του Κεράτιου, βασιζόμενος στον ιστοριοδίφη Α. Βασακόπουλο, που γράφει «η δε ετέρα [δεξαμενή του Ναυπηγείου] κτισθείσα επί Σουλτάν-Μαχμούτ, έργον αυτού εκείνου του Έλληνος αρχιτέκτονος, όστις έζευξε την έσω Γέφυραν» (Μητρόπουλος, 2009, 233 & Βασακόπουλος, 1891, 97). Το ζήτημα αυτό χρειάζεται περισσότερη έρευνα στα οθωμανικά αρχεία διότι δεν είναι δυνατό να σκοτώνεται το 1821 ο Κομνηνός και η  πρώτη γέφυρα, να κτίζεται το 1836 μεταξύ Ουνκαπανί και Αζάπκαπι, τουλάχιστον ο Βασακόπουλος δεν θα εννοούσε τον εν λόγω κάλφα.

[2] Στο περιοδικό Πανδώρα υπάρχει άρθρο με τίτλο «Χειρόγραφο του 1821» αναφέρεται (τ. 14, σ. 403), όπου μαθαίνουμε ότι ο αρχιτέκτων του ναυστάθμου, ήταν πλούσιος, «εξοφλούντες δε συνήθως οι τούρκοι τα κυβερνητικά χρέη, εκήρυττον ενίοτε τους δανειστάς αυτών προδότας (χαήν) και των χαήνηδων η περιουσία εδημεύετο» (Γεδεών, 1936, 426).

[3] (α) Ο Μ. Χριστόδουλου, επίσκοπος Παμφυλίας γράφει ότι ο Μαρκής συγκαταλέγεται μεταξύ των  επιτρόπων της Κοινότητας από εγγραφή του 1816, στον Κώδικά της Σχολής, επίσης συναντούμε τους Κομνηνό και Μαρκή  καλφάδες στην αναφορά του (Χριστοδούλου, 1913, 141-42 & 188-90). (β) Π. Τουγλατζή, για το  κτήριο  της Υπηρεσίας Ναυτικού στο Κασίμπασα,  αναφέρει ως μέλη επιτροπής ελέγχου της στατικής επάρκειας του παλαιού κτίσματος μαζί με τους Κιρκόρ Μπαλγιάν  και Νικολή  Κάλφα, το 1818 (Tuğlacı, 1993, 453). Πιθανολογείται ότι ο Βασιλάκης κάλφας (Ιωαννίδης) ήταν ένας από τους τρεις δημιουργούς του νέου κτηρίου, της ίδιας Υπηρεσίας, μαζί με τους Αναστάση κάλφα και Σαρκίς Μπαλγιάν, το 1863 (Batur, 1982, 46).

(11) Χατζή Νικολή Νικηταΐδη (…-1841) από τη Λέρο, που επιμελήθηκε της ανέγερσης ή συμπλήρωσης των τεσσάρων ναών αφιερωμένων στον Άγιο Γεώργιο, (α) του πατριαρχικού και  (β) Αγιοταφικού στο Φανάρι, (γ) του Εδιρνέκαπου και (δ) του Κυπαρισσά στα Ψωμαθειά. Ο ισχυρισμός με επιφύλαξη, που διατυπώνει, για  το ναό της Αναλήψεως στην ίδια ενορία  δεν ευσταθεί διότι από επιγραφή γνωρίζουμε ότι την ανέγερση επιμελήθηκε ο «Κωνσταντίνος αρχιτέκτων» (Karaca, 2008, 183). Επίσης έκτισε τον Άγιο Νικόλαο στο Τζιμπαλί  και το μαυσωλείο του σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ  Α΄. Τέλος αναφέρει για κάποιο «έσω της πύλης του Πετρίου αγιορείτικο Μετόχι» το οποίο δεν κατέστη δυνατόν να ταυτισθεί.
(13) Ιωάννη Σγούτα, που έμενε στα Ταταύλα, το 1836 ήταν εγγεγραμμένος ως συνδρομητής σε κάποιο  βιβλίο.
(14) Νικόλαο Γιαγτζόγλου, [ο 9ος  του ΣΑ]
(15) Κωνσταντίνο Γιολασιγμάζη, ανοικοδόμησε στη Βλάγκα, το ναό των Αγίων Θεοδώρων και τον Άγιο Μηνά στα Ψωμαθειά [Το όνομα «Κωνσταντίνος αρχιτέκτων» διαβάζουμε  στις επιγραφές δύο άλλων ναών της ενορίας των Ψωμαθειών, στον προαναφερθέντα Ανάληψης του Σωτήρος και στην ανακαίνιση του Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης (Karaca, 2008, 201)].
(16) Γαλύπ κάλφα, «ούτως ονομασθείς υπό των τούρκων, διότι εκαλείτο Αλύπιος». Από κάποιο πατριαρχικό έγγραφο αλιεύει την πληροφορία ότι  προκρίνεται από την Εκκλησία να αναλάβει ως επίτροπος στο ναό των Ταξιαρχών στο Σωσθένιο (Στένη) του Βοσπόρου και να φροντίσει για τον ανακουφισμό του χρηματικού του βάρους.
(17) Κωνσταντίνο κάλφα, μεταξύ των προκρίτων της ενορίας του Μουχλίου το 1837.
 Τους αδελφούς Γαϊτανάκηδες, από τη Μάδυτο, (18) Χατζή Στεφανή, (19) Χατζή Δημήτρη  και (20) Χατζή Σάββα που διείσδυσαν στο παλάτι όταν ανέβηκε στο θρόνο ο «αγαθός και ευγενής σουλτάνος Μετζήτ (1839-61)». Από αυτούς ο Δημήτρης συμπλήρωσε το κτήριο της Υψηλής Πύλης,[1] ο Στεφανής ήταν αρχιτέκτονας  του στρατώνα Tάσκισλα τον οποίο έκτισε  με διαταγή και επιθυμία του Αβδούλ Μετζίτ, σήμερα στεγάζεται εκεί το Πολυτεχνείο της Ιστανμπούλ και έκτισε επιπλέον το ναό του Αγίου Νικολάου της Χάλκης, το 1857 (Μήλλας, 1984, 196-199 & Παπαθανάση Μουσιοπούλου, 1985,  86). [ο 11ος  του ΣΑ]
Επιπλέον ο Γεδεών στο άρθρο του «Καλφάδων ανάστασις» προσθέτει στον παραπάνω κατάλογο τον πατέρα του (21) Κιουτσούκ (μικρός) Γιάννη κάλφα,[2] για να


[1] Ο Μ.I.Γεδεών αναφέρει ότι «κατά σχέδιον και υπό την εποπτείαν αυτού συνεπληρώθη προεκταθείσα η απέραντος και ογκώδης οικοδομή της Υψ. Πύλης» (Γεδεών, 1935, 77).

[2] O Μ.I.Γεδεών ήταν γιος του Ιωάννη (1812 Λέρος-1878 ΚΠ) και της Αναστασίας, ο παππούς του ονομαζόταν Μανώλης. Η οικογένεια του πατέρα του καταγόταν από την Κρήτη με επώνυμο Κοντογιάννη και μετανάστευσαν στη Λέρο το 18ο αιώνα. Κάποιος πρόγονος του ονόματι Γιάννης χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και μετονομάσθηκε Γεδεών και από τότε η οικογένειά του στο νησί  «εγνωρίζετο ως του παπά Γεδεού». Ας παρακολουθήσουμε την επαγγελματική σταδιοδρομία του πατέρα του, όπως την περιγράφει στο Μνεία των προ εμού: «Ναυτόπαις εις πλοία λερίων, ήλθεν εις Κπολιν τω 1828 [δηλ. 16 ετών], ταχθείς εις την υπηρεσίαν του χατζή Νικολάου Νικηταΐδου, του εκ Λέρου, συγγενούς αυτού, αρχιτέκτονος αυτοκρατορικού, αποθανόντος τω 1841. Υπό τον αρχιτέκτονα υπηρέτησεν ως σχεδιαστής (ρεσιμτζής) εις τινας ανοικοδομήσεις και επισκευάς ιερών ναών, από 1834-1837, του πατριαρχικού, του εν τω Αγιοταφικώ μετωχίω του αγίου Νικολάου εν Τζιβαλίω, και δύο ή τριών ναών των έξω της Κπολεως θρακικών χωριών. Ο σουλτάνος Μαχμούτ, κατά τα τελευταία έτη της ζωής αυτού (1837-39), δις και τρις εζήτησεν από του χατζή Νικολή σχέδιον και προϋπολογισμόν οικοδομής μεγάλης, ην ο Μαχμούτης ώριζεν, όπως εν αυτή συνεδριάζωσι πρόκριτοι γέροντες εκ των επαρχιών του κράτους, συγκροτούντες είδος τι γερουσίας ή βουλής, εκ πασών των φυλών. Ταύτα μοι είπε πολλάκις ο πατήρ μου Ιωάννης.» (Γεδεών, 1936, 62).

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου